The term was coined in 1943 by the Jewish-Polish lawyer Raphael Lemkin who combined the Greek word "genos" (race or tribe) with the Latin word "cide" (to kill). Defines genocide as "any of the following acts committed with the intent to destroy, in whole or in part, a national, ethnical, racial or religious group". [Article Two of the UN convention]
Sunday, April 26, 2015
Friday, April 24, 2015
Ο Πρόεδρος της Κύπρου και η Γενοκτονία των Αρμενίων
Ν. Λυγερός
Ο Πρόεδρος της Κύπρου ακολούθησε με συνέπεια την απόφαση της Κύπρου για την Αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Δεν προσπάθησε να χρησιμοποιήσει μια διπλωματική γλώσσα για να εκφραστεί περί του θέματος. Μίλησε με ξεκάθαρο τρόπο για συγκεκριμένη αλληλεγγύη με τον αρμενικό λαό. Εξάλλου πώς θα γινόταν αλλιώς αφού οι Αρμένιοι είναι μια από τις πέντε κοινότητες της Κύπρου. Έκανε μάλιστα αναφορά στους Αρμένιους πρόσφυγες που έφυγαν από τη Σιλεσία λόγω της Γενοκτονίας και ήρθαν να βρουν καταφύγιο στην Κύπρο πριν εκατό χρόνια. Διευκρινίζει ότι είχαν υποστεί το μίσος και τον λοιμό. Κατά συνέπεια, είπε ότι είναι φυσιολογικό για την Αρμενία και την Κύπρο να είναι δύο χώρες ενωμένες, δύο λαοί ενωμένοι για να καταγγείλουν τους θύτες της Γενοκτονίας. Υπενθύμισε μάλιστα ότι η Κύπρος είναι η πρώτη χώρα της Ευρώπης και η δεύτερη παγκοσμίως που αναγνώρισε την Γενοκτονία των Αρμενίων. Η πρώτη χώρα ήταν η Ουρουγουάη το 1965 και η δεύτερη η Κύπρος το 1982. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η χρήση της έκφρασης «urbi et orbi» για να δηλωθεί το γεγονός ότι πρέπει να γίνει παντού γνωστό ότι ένα έγκλημα δεν μπορεί να παραμείνει χωρίς τιμωρία αφού υπάρχει η δικαιοσύνη των ανθρώπων που λειτουργεί ως υλοποίηση της συνείδησης της Ανθρωπότητας. Επισήμαινε επίσης ότι το μέλλον φαίνεται και από την δράση των επιζώντων της Γενοκτονίας αφού δείχνουν το χειροπιαστό παράδειγμα του αγώνα. Εδώ έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι η Κύπρος έχει Κατεχόμενα, αγνοούμενους, εγκλωβισμένους και πρόσφυγες που έχει προκαλέσει ο ίδιος θύτης της Γενοκτονίας.
Το πρώτο βήμα της Γερμανίας
Ν. Λυγερός
Το πρώτο βήμα ης Γερμανίας σε σχέση με την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων έγινε από τον ίδιο τον Πρόεδρό της. Σε θρησκευτική τελετή ο Πρόεδρος έκανε χρήση του όρου της Γενοκτονίας. Για εκατό χρόνια, η Γερμανία είχε αποφύγει αυτή τη χρήση. Τώρα όμως έγινε κάτι που όχι μόνο οδηγεί σε μια αλλαγή φάσης αλλά είναι σημαντικό από μόνο του. Ο Πρόεδρος αναγνώρισε επίσης και τη συνυπευθυνότητα του εγκλήματος κατά της Ανθρωπότητας. Οι ιστορικοί και οι στρατηγιστές ήξεραν εδώ και χρόνια για τον ρόλο των γερμανών συμβούλων την ώρα της Γενοκτονίας των Αρμενίων και την καθολική τους παρέμβαση που άλλαξε τα δεδομένα λόγω της αποτελεσματικότητάς της. Διότι ενίσχυσε κατά πολύ την απλοϊκή και ταυτόχρονα βάρβαρη μεθοδολογία των τουρκικών αρχών. Με άλλα λόγια δεν ήταν μόνο ένα θέμα συμμαχίας. Ο Πρόεδρος εκφράστηκε ελεύθερα και με το λόγο του, η Γερμανία μίλησε επίσημα για πρώτη φορά για την Γενοκτονία δίχως να φοβηθεί τις πιέσεις, τις επιθέσεις και τις επιπτώσεις από τουρκικής πλευράς. Στην Γερμανία ζει η μεγαλύτερη τουρκική κοινότητα στο εξωτερικό. Με αυτήν την πράξη του Προέδρου αποδεικνύεται ότι δεν σχετίζονται όλα με το μέγεθος των κοινοτήτων που δρουν στο εξωτερικό. Κάθε χώρα, κάθε λαός πρέπει να πάρει μια θέση πρέπουσα για το μέλλον της Ανθρωπότητας ενάντια στη βαρβαρότητα.
Thursday, April 23, 2015
Η Εκκλησία της Αρμενίας αγιοποίησε τα θύματα της Γενοκτονίας
Ν. Λυγερός
Σε μια από τις πιο παλιές χριστιανικές εκκλησίες του κόσμου, στην πόλη Etchmiadzin, η Εκκλησία της Αρμενίας αγιοποίησε ως μάρτυρες τα θύματα της Γενοκτονίας. Αυτή η καινοτόμα πράξη εκ μέρους της Εκκλησίας αποτελεί κάτι το πρωτόγνωρο λόγω του πλήθους των μαρτύρων. Η λειτουργία έγινε από τον Καθολικό όλων των Αρμενίων και τον Καθολικό του Μεγάλου Οίκου της Σιλεσίας και χρησιμοποίησαν δεκατέσσερα κειμήλια. Συμμετείχαν επίσης και οι εκπρόσωποι της Αγγλίας, της Αμερικής και του Καναδά. Με αυτήν την πράξη που δεν είναι μόνο μια απλή κίνηση, η Εκκλησία της Αρμενίας παίρνει θέση και εντάσσει το θέμα της Γενοκτονίας των Αρμενίων σε θρησκευτικό επίπεδο, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο μια νίκη ενάντια στη λήθη, κάνοντας ένα βήμα παραπάνω προς την αλήθεια. Το χριστιανικό αυτό μήνυμα δεν χωρά καμία αμφισβήτηση και βασίζεται στο νοητικό σχήμα ότι όλοι αυτοί οι γενοκτονημένοι, δεν ήταν απλώς θύματα, αλλά δεν άλλαξαν πίστη για να προστατεύσουν την ζωή τους. Έως το τέλος της ζωής τους παρέμειναν Χριστιανοί ενάντια στη βαρβαρότητα που ήθελε να τους κατασπαράξει. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Νεότουρκοι και ο Κεμάλ προσπάθησαν να αφανίσουν έναν ολόκληρο λαό. Όμως τι κατάφεραν με αυτήν την Γενοκτονία; Οι Αρμένιοι είναι ακόμα εδώ και τα θύματά τους είναι πλέον Άγιοι. Ο Πάπας είχε αναγνωρίσει τον Άγιο Γρηγόριο ως Δάσκαλο της Εκκλησίας και τώρα η Εκκλησία της Αρμενίας αγιοποίησε τα θύματα. Αυτή η διαδικασία σε θρησκευτικό επίπεδο ανοίγει ένα δρόμο για όλες τις εκκλησίες της Χριστιανοσύνης. Και εδώ το Οικουμενικό Πατριαρχείο μπορεί να πάρει μια θέση ουσιαστική για την ιστορία μας.
Η Φλαμανδική Βουλή αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Αρμενίων
Ν. Λυγερός
Η Φλαμανδική Βουλή αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Αρμενίων και ταυτόχρονα ασκεί κριτική στις προσπάθειες της άρνησής της. Δεν θυμάται απλώς τα θύματα της Γενοκτονίας, αλλά αποτίνει και φόρο τιμής. Ακολουθώντας την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενθαρρύνει την Τουρκία με την επέτειο των 100 χρόνων να αξιοποιήσει αυτήν την ευκαιρία. Ζητά από την κυβέρνηση να αναζητήσει κι από την Αρμενία κι από την Τουρκία ένα πλαίσιο συμφιλίωσης και να εργαστούν ενεργά στην καλυτέρευση της σχέσης τους. Με πιο πρακτικό τρόπο να υπάρξουν και πρωτόκολλα σε διπλωματικό επίπεδο, για να εξελιχθεί το όλο θέμα της διαμάχης. Μιλά επίσης για διασυνοριακή συνεργασία και για οικονομική ολοκλήρωση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αποφάσισε να παρέμβει και εκτός Βελγίου, αφού διαβιβάζει αυτό το ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Ύπατη Εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα της Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, αλλά επίσης στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συν βέβαια της Δημοκρατίας της Αρμενίας και της Τουρκίας. Με αυτόν τον τρόπο, το ψήφισμα τη Φλαμανδικής Βουλής δεν παραμένει απαρατήρητο και εκπληρώνει ολοκληρωτικά την αποστολή του όσον αφορά την αρχή της διαδικασίας των Δικαιωμάτων της Ανθρωπότητας, αφού η Γενοκτονία των Αρμενίων αξιοποιείται όντως ως αιχμή του δόρατος για τον αγώνα των Δίκαιων της Ανθρωπότητας.
Υπάρχει μια διαφορά
Ν. Λυγερός
Υπάρχει μια διαφορά
πολύ σημαντική
που δεν εξετάζουμε
για το θέμα
της αναγνώρισης
της γενοκτονίας:
η Γερμανία
αναγνώρισε
το έγκλημα
που διέπραξε
το ναζιστικό καθεστώς
ως διάδοχη χώρα
γιατί ήταν μόνο
μια μαύρη σελίδα
της ιστορίας της
ενώ η Τουρκία
δυσκολεύεται
αφού τρεις περίοδοι
συνέχισαν
το ίδιο έγκλημα
χωρίς να κατηγορήσει
η μια την άλλη
και θεμελιώθηκε
πάνω σε κόκαλα.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19349&l=gr
Υπάρχει μια διαφορά
πολύ σημαντική
που δεν εξετάζουμε
για το θέμα
της αναγνώρισης
της γενοκτονίας:
η Γερμανία
αναγνώρισε
το έγκλημα
που διέπραξε
το ναζιστικό καθεστώς
ως διάδοχη χώρα
γιατί ήταν μόνο
μια μαύρη σελίδα
της ιστορίας της
ενώ η Τουρκία
δυσκολεύεται
αφού τρεις περίοδοι
συνέχισαν
το ίδιο έγκλημα
χωρίς να κατηγορήσει
η μια την άλλη
και θεμελιώθηκε
πάνω σε κόκαλα.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19349&l=gr
Όταν μετράς
Ν. Λυγερός
Όταν μετράς
το πλήθος
των θυμάτων
μην κοιτάς
μόνο και μόνο
τους νεκρούς
αλλά μέτρα
και όσους
δεν γεννήθηκαν
λόγω γενοκτονίας
γιατί αυτός
ήταν ο σκοπός
των γεκοκτόνων
να μην υπάρχει
η συνέχεια
κι όχι μόνο
το παρόν
αφού ο στόχος
για τη βαρβαρότητα
είναι πάντα
ο αφανισμός
κάθε στοιχείου
για να μην γεννηθεί
το μέλλον.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19348&l=gr
Όταν μετράς
το πλήθος
των θυμάτων
μην κοιτάς
μόνο και μόνο
τους νεκρούς
αλλά μέτρα
και όσους
δεν γεννήθηκαν
λόγω γενοκτονίας
γιατί αυτός
ήταν ο σκοπός
των γεκοκτόνων
να μην υπάρχει
η συνέχεια
κι όχι μόνο
το παρόν
αφού ο στόχος
για τη βαρβαρότητα
είναι πάντα
ο αφανισμός
κάθε στοιχείου
για να μην γεννηθεί
το μέλλον.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19348&l=gr
Όταν προσπάθησαν
Ν. Λυγερός
Όταν προσπάθησαν
να δολοφονήσουν
τους σταυρούς
των κοιμητηρίων
ήταν γιατί κανείς τους
δεν ήθελε
να υπάρχει
ούτε ίχνος
πολιτισμού
γιατί οι βάρβαροι
δεν θέλουν
καμία ανθρωπιά
αφού αυτή
τους θυμίζει
την Ανθρωπότητα
που έχουν
ως στόχο
να αφανίσουν
για να μην υπάρχει πια
μνημοσύνη
πάνω στον πλανήτη
αλλά μόνο άτομα
της αδιαφορίας
και της λήθης.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19347&l=gr
Όταν προσπάθησαν
να δολοφονήσουν
τους σταυρούς
των κοιμητηρίων
ήταν γιατί κανείς τους
δεν ήθελε
να υπάρχει
ούτε ίχνος
πολιτισμού
γιατί οι βάρβαροι
δεν θέλουν
καμία ανθρωπιά
αφού αυτή
τους θυμίζει
την Ανθρωπότητα
που έχουν
ως στόχο
να αφανίσουν
για να μην υπάρχει πια
μνημοσύνη
πάνω στον πλανήτη
αλλά μόνο άτομα
της αδιαφορίας
και της λήθης.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19347&l=gr
Ο πολιτισμός των Αρμενίων
Ν. Λυγερός
Ο πολιτισμός των Αρμενίων
έχει ρίζες βαθιές
κι αν κόψεις το δέντρο
γίνονται πιο δυνατές
γι’ αυτό η Αρμενοσύνη
άντεξε τη γενοκτονία
γιατί οι ρίζες
ήταν ήδη μεγάλες
και δεν μπόρεσαν
οι γενοκτόνοι
να τις αφανίσουν
θυμήσου λοιπόν
ότι κάθε Αρμένης
είναι αντίσταση
κάθε μνήμη του
είναι μια αρχή
κάθε πράξη
μια απελευθέρωση
από το ζυγό
της βαρβαρότητας
και τώρα
που επέζησε
η Αρμενοσύνη
είναι ακόμα πιο δυνατή
και δείχνει το δρόμο.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19346&l=gr
Ο πολιτισμός των Αρμενίων
έχει ρίζες βαθιές
κι αν κόψεις το δέντρο
γίνονται πιο δυνατές
γι’ αυτό η Αρμενοσύνη
άντεξε τη γενοκτονία
γιατί οι ρίζες
ήταν ήδη μεγάλες
και δεν μπόρεσαν
οι γενοκτόνοι
να τις αφανίσουν
θυμήσου λοιπόν
ότι κάθε Αρμένης
είναι αντίσταση
κάθε μνήμη του
είναι μια αρχή
κάθε πράξη
μια απελευθέρωση
από το ζυγό
της βαρβαρότητας
και τώρα
που επέζησε
η Αρμενοσύνη
είναι ακόμα πιο δυνατή
και δείχνει το δρόμο.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19346&l=gr
Και για το αρμενικό
Ν. Λυγερός
Και για το αρμενικό
πρέπει να σκεφτούμε
το αδιανόητο
για να προετοιμαστούμε
με σοβαρότητα
απέναντι στη βαρβαρότητα
διότι πρέπει
να έχουμε στο νου μας
κάτι το οποίο
γίνεται με υπέρβαση
για να ξαφνιάσουμε
τους εχθρούς
και να πετύχουμε
τέτοιους στόχους
που να φαίνονται
για όλους τους άλλους
κατορθώματα
ενώ για μας
θα είναι απλώς
η στρατηγική
εφαρμογή
της επινόησης
που δεν εμποδίζεται
από τα όρια
τα συμβατικά.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19344&l=gr
Και για το αρμενικό
πρέπει να σκεφτούμε
το αδιανόητο
για να προετοιμαστούμε
με σοβαρότητα
απέναντι στη βαρβαρότητα
διότι πρέπει
να έχουμε στο νου μας
κάτι το οποίο
γίνεται με υπέρβαση
για να ξαφνιάσουμε
τους εχθρούς
και να πετύχουμε
τέτοιους στόχους
που να φαίνονται
για όλους τους άλλους
κατορθώματα
ενώ για μας
θα είναι απλώς
η στρατηγική
εφαρμογή
της επινόησης
που δεν εμποδίζεται
από τα όρια
τα συμβατικά.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles?n=19344&l=gr
Επιστολή Προέδρου Ρωσίας και Γενοκτονία των Αρμενίων
Ν. Λυγερός
Με την επιστολή που έγραψε ο Πρόεδρος της Ρωσίας στις 22 Απριλίου 2015, διευκρινίζει ότι οι φρικαλεότητες του 1915 είναι όντως μια γενοκτονία. Δεν χρησιμοποιεί καμία άλλη διπλωματική λέξη και γράφει κυριολεκτικά «Геноцидом армянского» στην πρότασή του. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μια τυχαία επιλογή ή για κάποιο λάθος. Και αναφέρεται συγκεκριμένα στα θύματα αυτής της τραγωδίας («трагедии») δίχως καμιά αμφιβολία. Εξηγεί ότι η θέση της Ρωσίας («Позиция России») παρέμεινε αντικειμενική («объективной») όσον αφορά στην απουσία επιχειρηματολογίας για μια εθνοκάθαρση. Μάλιστα θεωρεί ότι είναι το πρέπον για τη διεθνή κοινότητα να κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει την επανάληψη τέτοιων εγκλημάτων. Επίσης, προσδοκεί από τους Αρμένιους της νέας γενιάς, αλλά και από άλλες εθνότητες της περιοχής, να ζήσουν ειρηνικά και σύμφωνοι («мире и согласии»). Τέλος, η τελευταία πρόταση είναι ενδεικτική, αφού εύχεται ειρήνη και ευμάρεια («мира и благополучия») στην Αρμενία και στους Αρμένιους που ζουν στη Ρωσία, πράγμα το οποίο σημαίνει πρακτικά ότι δεν απευθύνεται μόνο σε μια χώρα με την οποία δεν συνορεύει, αλλά βρίσκεται δίπλα στη Γεωργία, αλλά και με τους Αρμένιους της πατρίδας του. Διότι υπάρχουν και δεν αποτελούν μια αμελητέα ποσότητα. Το μήνυμα αγγίζει, λοιπόν, και αυτόν τον πληθυσμό. Όμως το πιο ισχυρό στοιχείο παραμένει η χρήση της λέξης Γενοκτονία, που δείχνει πια ότι η Ρωσία αναγνωρίζει περί τίνος ακριβώς πρόκειται και δεν μπορεί η προπαγάνδα να την επηρεάσει.
Αρχηγοί κομμάτων Αυστρίας και Γενοκτονία Αρμενίων
Ν. Λυγερός
Δεν είναι μια ψηφοφορία της Βουλής της Αυστρίας, αλλά η κοινή δήλωση των έξι Αρχηγών κομμάτων περί Γενοκτονίας των Αρμενίων. Κι όμως παρά το συμβολικό της χαρακτήρα, αφού δεν τέθηκε θέμα ψήφου ή νόμου, εξανάγκασε την Τουρκία να αντιδράσει ανακαλώντας πίσω διπλωμάτη της. Αυτό κι αν είναι μια απόδειξη της ισχύος του νοητικού σχήματος του Λάσκερ, Παγκοσμίου πρωταθλητή στο σκάκι για 27 χρόνια, όταν έλεγε: «μην ψάχνεις την καλύτερη κίνηση, βρες την καλή, αυτή που ενοχλεί τον αντίπαλο». Κι αυτή η κίνηση που έρχεται μετά την αναγνώριση του Πάπα, ενόχλησε πάρα πολύ τον κρατικό φορέα της Τουρκίας. Αυτή η δήλωση έχει επίσης ενδιαφέρον με την έννοια ότι γενικεύει τη Γενοκτονία των Αρμενίων, αφού μιλά ξεκάθαρα και για άλλους χριστιανικούς λαούς που ζούσαν τότε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. «Wie jene der Aramäer, der Assyrer, Chaldäer und der Pontos-Griechen gehören». Αυτή η δήλωση, λοιπόν, κάνει μια πλήρη αναφορά στα θύματα δίχως διπλωματικούς τρόπους και μιλά για το πρέπον της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Δεν πρόκειται για κάτι το κοινό. Η δήλωση αυτή συνοδεύτηκε από λεπτό σιγής της Βουλής της Αυστρίας και αποτελεί μια αλλαγή φάσης για τη σχέση της Αυστρίας με την Τουρκία. Διότι το 1915, η Αυστρία ως Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία ήταν σύμμαχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κι έχει κατά συνέπεια πρόσβαση σε πολλά διπλωματικά και μη έγγραφα. Με αυτή τη δήλωση αναγνωρίζει την ενοχή του τουρκικού συστήματος.
Wednesday, April 22, 2015
N. Lygeros - «Histoire du génocide et génocide oublié». Espace Georges-Conchon. Clermont-Ferrand. Mardi 21 avril 2015 à 19 heures.
Πηγή: Έργο Ανθρωπότητας Official Channel N. Lygeros
Monday, April 20, 2015
Για να αποφύγει τις κατηγορίες
Ν. Λυγερός
Για να αποφύγει τις κατηγορίες το τουρκικό καθεστώς, που τόσα χρόνια μιλούσε αποκλειστικά για την επαναστατική δράση του Κεμάλ, έχει αρχίσει να μιλά γενικότερα με έναν νέο-οθωμανικό τρόπο. Πολύ απλά προσπαθεί να μας πείσει ότι ο Κεμάλ ακόμα κι αν είναι μια σημαντική προσωπικότητα για τους περισσότερους στο κράτος του, αποτελεί ιστορικά μια παρένθεση, ακόμα κι αν άλλαξε τον τρόπο γραφής. Με αυτήν τη μέθοδο το κράτος αποφεύγει τις γενικές κριτικές, αφού πολλές επικεντρώνονται για το θέμα της Γενοκτονίας πάνω στον Κεμάλ. Και όλα αυτά γίνονται γιατί θεωρούμε ότι όλα έγιναν το 1915. Η επίσημη ιστοριογραφία της Τουρκίας έχει επιλέξει να γεννηθεί ο Κεμάλ στις 19 Μαΐου, ενώ είχαμε μόνο μια περίοδο από τον Δεκέμβριο 1880 έως Μάιο 1881 για να συμπίπτει με τις 19 Μαΐου 1919, όπου άρχισε ο πόλεμος της τουρκικής ανεξαρτησίας. Η περίοδος της Τριάδας Γενοκτονιών αρχίζει το 1894 με τη δράση του Κόκκινου Σουλτάνου, συνεχίζει με τους Νεότουρκους και τελειώνει το 1923 με τον Κεμάλ και τη Συνθήκη της Λωζάννης. Ο Κεμάλ ασκούσε κρυφά κριτικές εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και δεν πίστεψε στην επανάσταση των Νεότουρκων την άνοιξη του 1908. Με άλλα λόγια δεν αποτελούσε μια συνέχεια και μάλιστα γι’ αυτόν τον λόγο είναι μια αλλαγή φάσης για το κράτος. Άρα μόνο για τη Γενοκτονία βλέπουμε μια σκυταλοδρομία. Είναι, λοιπόν, εύκολο να μπει σε μια ιστορική παρένθεση. Μόνο που η Γενοκτονία δεν μπορεί να εγκλωβιστεί σε αυτή, γιατί ξεχειλίζει από παντού.
Η αναγκαία σοβαρότητα των αγωνιστών
Ν. Λυγερός
Χρειάζεται επαγγελματισμός στον αγώνα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας, όχι βέβαια για τον μισθό, διότι οι αγωνιστές δεν είναι μισθοφόροι αλλά για το ύφος και τη σοβαρότητα. Διότι οι συνεχιστές των γενοκτόνων, αυτοί που ακόμα αρνούνται και την ύπαρξη της Γενοκτονίας χρησιμοποιούν τεράστια οικονομικά μέσα για να μας αντιμετωπίσουν. Έτσι δεν πρόκειται για μια αντιπαράθεση μεταξύ ιστορικών, όπως θα ήθελε η Τουρκία, αλλά για μια μάχη σε στρατηγικό επίπεδο, όπου το κάθε λάθος έχει μεγάλο κόστος, διότι όλα παίζονται. Η βαρβαρότητα κάνει χρήση αποκλειστικά της ρητορικής, γιατί ξέρει ότι δεν υπάρχει ιστορικό υπόβαθρο που να μπορεί να θεμελιώσει τη θέση της έτσι μόνο η μαιευτική με τη στρατηγική της είναι ικανή να της αντισταθεί και να νικήσει, γιατί ξέρει να διαχειρίζεται και να αποφεύγει τα χτυπήματα αυτού του ύπουλου εργαλείου. Γι’ αυτόν τον λόγο η σοβαρότητα της όλης προσέγγισής μας δεν πρέπει να έχει καμιά αδυναμία σε οποιοδήποτε σημείο της επιχειρηματολογίας. Κατά συνέπεια κάθε πηγή πρέπει να εξετάζεται και να διασταυρώνεται. Κάθε αναφορά σε συμφωνίες και συμβάσεις πρέπει να γίνεται με τα συγκεκριμένα άρθρα μέσα στο πλαίσιο του όλου κειμένου. Τα θύματα της Γενοκτονίας δεν είναι απλά και πρέπει να είμαστε προσεχτικοί. Τώρα που κερδίζουμε όλο και περισσότερο έδαφος σε αυτόν τον τομέα πρέπει να σκεφτόμαστε με την έννοια της συσσώρευσης, για να μη μας πάνε πίσω οι κινήσεις των θεσμών που αρνούνται τις Γενοκτονίες.
Η Αρμενοσύνη ως εκπρόσωπος της Ανθρωπότητας
Ν. Λυγερός
Αν είναι τόσο σημαντική η επέτειος για τα εκατό χρόνια της γενοκτονίας των Αρμενίων δεν είναι λόγω μιας τοπικής αντιπαράθεσης, όπως θέλει να το παρουσιάσει ο τουρκικός φορέας. Η Γενοκτονία των Αρμενίων δεν αφορά μόνο τους Αρμένιους, όχι λόγω της ύπαρξης της τριάδας Γενοκτονιών, αλλά επειδή η Αρμενοσύνη την ώρα της Γενοκτονίας λειτούργησε ως εκπρόσωπος της Ανθρωπότητας. Γι' αυτόν τον λόγο η Γενοκτονία είναι ένα έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας κι όχι μόνο κατά της Αρμενίας. Αν η Γενοκτονία των Αρμενίων μάς αγγίζει, οφείλεται λοιπόν στο γεγονός ότι ανήκουμε στην Ανθρωπότητα. Διότι αυτή χτύπησε ο γενοκτόνος όταν προσπάθησε να αφανίσει όλους τους Αρμένιους και την Αρμενοσύνη μέσω της πολιτισμικής καταστροφής. Η Αρμενοσύνη θα μπορούσε να είχε υποκύψει και να είχε εξαφανιστεί όμως αντιστάθηκε και ως εκπρόσωπος της Ανθρωπότητας, άρχισε τον αγώνα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας σε όλο τον κόσμο, έτσι ώστε να ασκηθεί μια συνολική πίεση πάνω στον γενοκτόνο που συνεχίζει να αρνείται το έγκλημά του μετά από τόσες δεκαετίες. Στην ουσία η Αρμενοσύνη δείχνει και το μονοπάτι αυτής της σταυροφορίας για τους Δίκαιους και τους αθώους που δεν εγκατέλειψαν ποτέ αυτόν τον αγώνα για τα Δικαιώματα της Ανθρωπότητας. Δεν πρόκειται για μια λεπτομέρεια το θέμα της Γενοκτονίας αλλά για την πιο σκληρή αντιπαράθεση που ζει η Ανθρωπότητα με τη βαρβαρότητα, η μνήμη με τη λήθη, η ουσία με την εξουσία.
N. Lygeros - 1ère Grande Journée de Solidarité en faveur de l'Arménie Occidentale. 18/04/2015
N. Lygeros - "Arménité et Humanité". 18/04/2015. Arnouville.
Πηγή: Έργο Ανθρωπότητας Official Channel N. Lygeros
Friday, April 17, 2015
Θεωρία Δεσμών και στρατηγική ιστορίας
Ν. Λυγερός
Για να γίνει ακόμα πιο κατανοητή η επινόηση της στρατηγικής της ιστορίας, έχει νόημα να κατέχουμε τη Θεωρία Δεσμών, για ν’ αντιληφθούμε ότι γεγονότα που είναι φαινομενικά ανεξάρτητα και χώρες που δίνουν την εντύπωση να μην έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους, μετά από ανάλυση να αποτελούν ένα δεσμό. Μαθηματικά ο δεσμός είναι μια δομή που αποτελείται από στοιχεία που έχουν την εξής ιδιότητα: αν βγει ένα οποιοδήποτε στοιχείο, τότε όλα τα άλλα απελευθερώνονται και είναι ανεξάρτητα. Με το ιστορικό πλαίσιο, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι αν θεωρήσουμε ότι δεν υπάρχει ένα οποιοδήποτε γεγονός ενός δεσμού, τότε αυτός εκφυλίζεται και όλα τα άλλα φαίνονται ανεξάρτητα. Αυτή η ιδιότητα δείχνει ταυτόχρονα και τη δύναμη και την αδυναμία της όλης δομής, αφού με όλα τα στοιχεία είναι ισχυρή και με την έλλειψη του ενός είναι αδύναμη. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε επίσης ν’ αποδείξουμε και την στρατηγική ισχύ της επιλογής της λέξης ‘Τριάδα’ για τις Γενοκτονίες των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων. Αν υποστηρίξουμε ότι μια από αυτές δεν έγινε, όποια και να είναι η Τριάδα καταρρέει και δεν μας επιτρέπει να νικήσουμε τη βαρβαρότητα, αφού θα εκμεταλλευτεί το γεγονός που δεν αναγνωρίζει, για να αμφισβητήσει ξεχωριστά τις άλλες δύο. Η Θεωρία Δεσμών δίνει λοιπόν υλικό για το υπόβαθρο της ανάπτυξης μιας διαχρονικής στρατηγικής που θα αποτελέσει κομμάτι της στρατηγικής της ιστορίας.
2015: Η ένωση της παπαρούνας με το γαρύφαλλο
Ν. Λυγερός
Είναι παράδοση πλέον να χρησιμοποιούμε γαρύφαλλα για τις 24 Απριλίου λόγω της επετείου της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Με αυτόν τον τρόπο οι επιζώντες, οι οικογένειες, οι φίλοι, αλλά και Δίκαιοι τιμούν τα θύματα, τους γενοκτονημένους. Μια ανάλογη παράδοση υπάρχει και για την επέτειο Anzac Day (Australian and New Zealand Army Corps) στις 25 Απριλίου. Έτσι είναι η παπαρούνα που συμβολίζει την τιμή που δέχονται τα θύματα της αποβίβασης στην Καλλίπολη λόγω της αντεπίθεσης του Κεμάλ. Οι δύο ημερομηνίες αφορούν το 1915. Δηλαδή τα θύματα της Γενοκτονίας και τα θύματα του Πολέμου έπεσαν την ίδια χρονιά από τον ίδιο θύτη. Όσο μακριά κι αν είναι η Αρμενία από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, βλέπουμε ότι έχουν ένα κοινό τραγικό παρελθόν. Φέτος για τα εκατό χρόνια αυτών των γεγονότων που ανήκουν στην ιστορία, είναι καλό να ενωθούν οι δυνάμεις μας, για να αναδείξουμε το γεγονός της μαύρης σελίδας. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσπάθησε να αφανίσει τους λαούς που επιζούσαν κάτω από το ζυγό της, τους Αρμένιους, τους Ασσύριους και τους Έλληνες αλλά και να αφοπλίσει τους Αυστραλούς και τους Νεοζηλανδούς. Είναι λοιπόν το πρέπον να ενωθεί, ειδικά το 2015, το σύμβολο της παπαρούνας με το σύμβολο του γαρύφαλλου, για να φανεί το έγκλημα αλλά και η αντίσταση κατά της θεσμικής και συστηματικής βαρβαρότητας.
Δεν θα πέσουμε στις ρητορικές παγίδες
Ν. Λυγερός
Όσο και να χτυπιέται ο κρατικός φορέας της Τουρκίας, δεν πρόκειται να πέσουμε στις ρητορικές παγίδες. Προσπαθεί να δημιουργήσει ένα μπάχαλο, ενώ τα πράγματα είναι πολύ απλά. Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου βασίζεται σε λεξιλόγιο που έχει γίνει αποδεκτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 1987 και μάλιστα με πρωτοβουλία της Ελλάδας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Κατά συνέπεια δεν πρόκειται για μια καινοτομία, αλλά απλώς για υπενθύμιση λόγω της επετείου των 100 χρόνων. Έτσι η ανάμειξη με τις δηλώσεις του Πάπα που έγιναν για πρώτη φορά με αυτόν τον ξεκάθαρο τρόπο όσον αφορά στη χρήση της λέξης Γενοκτονία δεν έχει νόημα να παρουσιαστεί από την πλευρά του κρατικού φορέα της Τουρκίας ως συνωμοσία. Μάλιστα αυτό γίνεται την ώρα που ακόμα και ο άμισθος σύμβουλος του Πρωθυπουργού της Τουρκίας χρησιμοποιεί το ίδιο λεξιλόγιο. Η κατηγορία της Γενοκτονίας αφορά συγκεκριμένα το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το καθεστώς των Νεότουρκων και το καθεστώς του Κεμάλ. Τώρα το πρόβλημα για την Τουρκία είναι απλώς ότι δεν βρέθηκε ένας Τούρκος πολιτικός να μιλήσει ξεκάθαρα για τη Γενοκτονία και να πάρει θέση η Τουρκία σαν διάδοχο κράτος, όπως το έκανε η Γερμανία με τη Γενοκτονία των Εβραίων. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα πλαίσιο συνωμοσίας. Πρόκειται απλώς για τον συντονισμό των ανθρώπων που παλεύουν ενάντια στη βαρβαρότητα για τα Δικαιώματα της Ανθρωπότητας.
The graves of others: ANZAC and the Armenian Genocide
On the 25 April, blood-red poppies will be pinned to lapels. The bugle call will ring out. Children will wipe the sleep from their eyes as the veterans march. The nation will stop, just as it has done for the last century, to remember the service of ANZAC soldiers at Gallipoli.
The Allied campaign during War World One to open a ‘back door into Russia’ at the Dardanelles (then part of the Ottoman Empire, now modern-day Turkey) is widely considered one of the worst Allied defeats. Over 100,000 men were lost by both forces before a retreat was sounded. A fifth of all New Zealand troops who landed on the beaches were killed.
Strange names like Chunuk Bair, Krithia, and Hill 60 have become part of the collective memory of those hellish eight months. Thousands of lives thrown away on rocky outcrops, yet that defeat survives. According to the New Zealand government’s official account, Gallipoli “was the first time that New Zealand stepped on to the world stage, and the New Zealanders made a name for themselves fighting hard, against the odds, in an inhospitable environment.”
It is the occasion which outshines all others: the fire in which the nation was born.
The day before ANZAC Day, an entirely different campaign will be remembered. On 24 April 1915, the warning shots of an impending massacre were heard. Around 250 Armenian intellectuals, politicians, and clergyman were collected by the Ottoman government and sent to their deaths. This was the prefiguring of the Armenian Genocide: the near-annihilation of Ottoman Turkey’s ancient Christian population, later expanding to the indigenous Assyrian and Hellenic peoples.
One month later the warrant for the ensuing crimes was passed by Ottoman rulers. Slaughter became law. Men were quickly dispatched by Turkish and Kurdish irregulars drafted into roaming killing squads. Evictions were organised for the women, elderly, infirm, and the children. The deportations became death marches stretching across the expanse of modern-day Syria and Iraq.
Raphael Lemkin was so moved by the 1.25 million dead that he invented the word ‘genocide’. The first modern “crimes against humanity” trials were held by the Turkish state after the Armistice. Most modern humanitarian relief funds are modelled on those set up to help the refugees (“£10 will feed and educate a child for a year” say the donation receipts).
These two events – the Gallipoli campaign and the Genocides of the Armenians, Assyrians, and Hellenes - are inexorably tied, bound together in history. Yet the latter simply does not exist in New Zealand’s narrative of World War One. The evidence is rarely aired, and this country still has not formally recognised that what took place was, in fact, a genocide.
On this dual centenary, perhaps it is time some questions were asked about why one lives on without interference, while the other is forgotten. What happened to the responsibility to remember tragedies of this scale? And how has Turkey used ANZAC commemorations to buy the silence of this country?
“NO COINCIDENCE”
That the Gallipoli landings and the Armenian Genocide began within a day of each other is no fluke. The decapitation of the cultural and academic heads of Armenian society on April 24was a deliberate and calculated ploy. The invasion of the combined British, French, and ANZAC forces loomed, and under the cover of the brutal battles that took place along the Dardanelles, the Turks could carry out their plan to extinguish restive minorities.
The Turkish historian Taner Akçam has detailed the long history of animosity between the Ottomans and their Christian charges and the slow process which led to the near-extinction of the latter. Yet Akçam also notes that the decision to get rid of the Armenians, Assyrians, and Hellenes was a direct result of the attacks on Gallipoli.
“It seems to me no coincidence,” he wrote in Empire to Republic, “that the decision behind the Armenian Genocide was made during the fierce battles of the Gallipoli campaign, when the Ottoman Empire's very existence seemed to balance between life and death. The hopeless situation into which Ottomans had fallen produced a willingness to rely on extraordinary acts of cruelty.”
That cruelty was widely documented at the time by diplomats, relief workers, and the international media. In New Zealand, The Press in Christchurch carried a report from its London correspondent dated 13 November 1915 which reads like a charge sheet for a war crimes trial:
“It is accepted beyond doubt that crimes recently committed were engineered from [Istanbul]…Unlike previous historic massacres, the present atrocities are not confined to a definite area…men shot down in cold blood, crucified, mutilated, or dragged off for labour battalions, of children carried off and forcibly converted to Islam, of women violated and enslaved in the interior, shot down, or sent off with their children to the desert…Many of these unfortunates did not reach their destination, because the escort so overdrove the victims that many fell out, and, as flogging and kicking were unavailing, they were left to perish by the roadside, their corpses distinctly defining the route followed.”
New Zealand newspapers published dozens of other stories like this between 1915 and 1918. There are other sources which can be turned to. Personal accounts of Australian and New Zealand soldiers detail the massacres in real time. ANZAC troops witnessed it firsthand.
HOUSE OF REFUGE
Take the case of Captain Thomas Walter White, an Australian pilot held prisoner by the Turks in the town of Afyonkarahisar (Afyon for short). The Armenian church in the town, vacated of its congregants, became a prisoner of war camp for soldiers captured at Gallipoli (400 kilometres away). The Armenians had been “turned into the street from their last possible sanctuary” to make room.
There, White noted meeting a number of New Zealanders in the lengthy diary he kept. According to available records, at least 16 members of the New Zealand Expeditionary Force were held in Afyon between mid-1915 and late-1918.
White’s diary mostly details everyday life: cricket games (“married & engaged vs. single”), small-time theatre productions (“A Greek play this evening, which was rather a change from previous proceedings”), and a debate on whether to allow Indians into “White Australia”.
Alongside these quotidian anecdotes, there are glimpses of a larger war still raging.
White meets a British officer who recounts what was already becoming a regular scene: “During the month of April the massacres began, the order for which were evidently given by their government…Cartloads of dead done to death in a variety of cruel fashions were daily brought past the hotel where the [prisoners] were quartered on their way to the burial ground, while many that died or were deposited on the road outside till the air became so pestilential they were forced to write to the Governor of the town who professed ignorance…”
There are also individual acts of cruelty: “An Armenian tailor seated on his doorstep with his back broken having had his head forced down till his spine was broke.”
The British officer also relays the horror of the death marches: “Numbers of women and children who had been driven in from far distant towns. They were brutally kicked and treated by their…Some of the women through walking great distances with out boots had to crawl along on hands and knees owing to having such badly lacerated feet.”
Later, Captain White tells his own story. A fire breaks out late one night. Under the cover of flame “some more Armenians were being despatched”. White says they “must amount to some hundreds of thousands, for in almost every town in their empire have they been massacred…Their massacre outshone any horrors elsewhere.”
This is but a sample of what those prisoners of war witnessed. There can be little doubt that Kiwis would have heard the same stories as White, would have heard the same shots ring out. They too would have seen the genocide in progress.
THE REARGUARD
In 1918, when the first Gallipoli memorial services were taking place, General Dunsterville and his Imperial force was dispatched to seize the oilfields of Baku (now the capital of Azerbaijan). They failed miserably in their mission. As a section of the Dunsterforce (as it was known) withdrew towards British-held Mesopotamia (modern-day Iraq), they encountered tens of thousands of Armenian and Assyrian refugees – some of them evacuated from the warzone, others forced out by the Turks. One historical account claims the caravan of stragglers stretched 24 kilometres through the mountains of north-west Iran.
Having nothing left to fight for, the Dunsterforce troops decided to protect them.
The most exacting account of this impromptu mission is from the Australian Captain Stanley George Savige (later awarded the Distinguished Service Order for his efforts) in the unpublished book Stalky’s Forlorn Hope.
Savige details how the retreating Dunsterforce encountered the Assyrian and Armenian refugees: “thousands in the valley, and along the road they were still streaming in thousands more…Terror and despair was deeply written on their faces.”
“The unfortunate women folk,” he continues, “were so overcome at the sight of the first party of British that they wept aloud. Striking their breasts they would call down upon us the blessings of God and rush across and kiss our hands and boots in very joy at the sight of their first deliverance from the cruel raids of the Turks.”
“We could not save them all...with lumps in our throats we ignored the cries of the helpless in our endeavour to save as many as we could.”
With the Turks at their back, aided by Kurdish irregulars recruited into the bloodbath, Savige deployed a minute number of troops to the rear of the refugee column as they trekked through hostile country.
Among them were two New Zealanders: Captain Robert Kenneth Nicol of Wellington and Sergeant Alexander Nimmo from the Otago Battalion.
According to Nicol’s nephew they were attacked from the rear and sides. "[Nicol] sent Nimmo forward to collect the ammo, said, ‘Give me your rifle’ and gave covering fire. He stood up and was immediately killed. Two sergeants tried to get him. Both had their mounts shot out from under them, but crawled to safety.”
"It's poignant the last person he spoke with was Nimmo, his fellow New Zealander.”
His body was never recovered.
Elsewhere, Savige points out the bravery of his New Zealand comrades, including one Major Starnes who “stood about 5ft. 7in. and though thin, he was all sinew and muscle, and the square jaw set off a lean but determined face…As he himself always said, ‘I'm not much to look at, but I'm always there when the whips crack’.”
If any more evidence was needed of the Dunsterforce’s bravery, a Royal Army Film Unit accompanied them. Incredibly, their reels captured the streams of the destitute and dispossessed, British and ANZAC soldiers alongside providing what safety they could.
BUYING SILENCE
These explicit and powerful links between ANZAC troops and the Genocides of the Armenians, Assyrians, and Hellenes simply do not exist within this country’s official history of the conflict. The sons sent off to die for the British Empire are lionised and canonised while the families destroyed by the Ottoman Empire are forgotten.
How can this be? How can such a large part of history, intimately tied to the battles which gave birth to this nation, be missing altogether?
There is a very clear reason for this. Modern Turkey refuses to accept the witness testimony, the evidence given in trials, and the policy during the war. Every newspaper article, every scholarly work, and each archival document which supports the case for the use of the word ‘genocide’ is disputed. They deny it ever took place.
The debate (if it can be called that) still revolves around the use of that word. Turkey’s current President Recep Tayyip Erdogan has only admitted there “might have been tragedies in the time of war”, largely aligning with the official Turkish view that the deaths of the Armenian, Assyrian, and Hellenic populations were down to a deadly combo of “civil war” and rampant disease.
Yet so far over 20 countries have officially recognised the Genocide including Canada and Germany. Despite the legion of French dead at Gallipoli, the French President Francois Hollande will be in Armenia for commemorations there.
Any hint of reluctant regret on Erdogan’s part hardly looks sincere when each time the question of Genocide recognition is raised, the Turks move to shut it down. According to the Washington Post, “Erdogan has said he would ‘actively’ challenge a campaign to recognise the events as a genocide.”
In March this year, after the European Parliament called for recognition, the Turkish Foreign Ministry decried the move as “devoid of historical reality and legal basis” which made “demands that defy logic and law.”
Just this week Pope Francis I openly called the killings “genocide”. The Turks immediately hauled in the Vatican’s man in Ankara for a dousing before recalling their own ambassador from Rome.
This style hits much closer to home. When the Australian state parliament of New South Wales passed a unanimous resolution recognising the Genocide in 2013,Gulseren Celik, the Turkish Consul General in Sydney, issued a warning: "Those individuals who show no respect to our history will not be welcome in Turkey…We expect Australians to show the same kind of respect that we have shown to their history and their ancestry.” [Italics added]
The New Zealand government is on the record staying well clear of any controversy. According to Foreign Minister Murray McCully "New Zealand considers that the resolution of historic issues between Armenia and Turkey including appropriate terminology is best left to the parties directly concerned to work through."
In this language, and in this tone of voice, the silence of both the Australian and New Zealand governments is bought. The Genocide is taboo. No discussion. Don’t even mention it. If the topic is raised, the Turks threaten to bar pilgrimage of ANZAC families. What national leader wants to be responsible for that shame?
Even this year’s centenary commemorations are overshadowed by the politics of remembrance. According to the Guardian, “Turkey has infuriated Armenians by choosing to mark the centenary of the wartime Gallipoli landings on exactly the same date [April 24], a move deliberately designed to overshadow remembrance of the genocide.”
“Gallipoli has never before been commemorated on that day.”
Wedged between two conflicting moral narratives and veiled hostility from Turkey, one can understand why Wellington and Canberra choose to pirouette around the idea of recognition. They are pushed into a needless choice between honouring the dead of the Dardanelles and the dead of Diyarbakir.
As the Australian genocide scholar Panayiotis Diamadis notes, “Victims of genocide die twice: first in the killing fields and then in the texts of denialists who insist that ‘nothing happened’ or that what happened was something ‘different’.”
If this is the case, every year Australian and New Zealand leaders visit Gallipoli without recognising the Genocide deals the double-blow once more. It gives legitimacy to the Turks when they deny a genocide ever took place, and ignores the historical responsibility of all citizens to acknowledge the wrongs done.
Some answers must be given. Firstly, to New Zealand’s small but passionate Armenian community – the defining moment of their ancestry goes unacknowledged by their adopted leaders. Secondly, to the sons and daughters of ANZAC troops who either witnessed the Genocide or aided in the protection of its refugees. Where is the recognition of their struggle, their bravery?
There ought to be space enough in this world for both tragedies to be remembered in the same tone of voice, reverent and reverberating, if only in the hope that crimes of the past are never repeated.
newstalkzb.co.nz
The Allied campaign during War World One to open a ‘back door into Russia’ at the Dardanelles (then part of the Ottoman Empire, now modern-day Turkey) is widely considered one of the worst Allied defeats. Over 100,000 men were lost by both forces before a retreat was sounded. A fifth of all New Zealand troops who landed on the beaches were killed.
Strange names like Chunuk Bair, Krithia, and Hill 60 have become part of the collective memory of those hellish eight months. Thousands of lives thrown away on rocky outcrops, yet that defeat survives. According to the New Zealand government’s official account, Gallipoli “was the first time that New Zealand stepped on to the world stage, and the New Zealanders made a name for themselves fighting hard, against the odds, in an inhospitable environment.”
It is the occasion which outshines all others: the fire in which the nation was born.
The day before ANZAC Day, an entirely different campaign will be remembered. On 24 April 1915, the warning shots of an impending massacre were heard. Around 250 Armenian intellectuals, politicians, and clergyman were collected by the Ottoman government and sent to their deaths. This was the prefiguring of the Armenian Genocide: the near-annihilation of Ottoman Turkey’s ancient Christian population, later expanding to the indigenous Assyrian and Hellenic peoples.
One month later the warrant for the ensuing crimes was passed by Ottoman rulers. Slaughter became law. Men were quickly dispatched by Turkish and Kurdish irregulars drafted into roaming killing squads. Evictions were organised for the women, elderly, infirm, and the children. The deportations became death marches stretching across the expanse of modern-day Syria and Iraq.
Raphael Lemkin was so moved by the 1.25 million dead that he invented the word ‘genocide’. The first modern “crimes against humanity” trials were held by the Turkish state after the Armistice. Most modern humanitarian relief funds are modelled on those set up to help the refugees (“£10 will feed and educate a child for a year” say the donation receipts).
These two events – the Gallipoli campaign and the Genocides of the Armenians, Assyrians, and Hellenes - are inexorably tied, bound together in history. Yet the latter simply does not exist in New Zealand’s narrative of World War One. The evidence is rarely aired, and this country still has not formally recognised that what took place was, in fact, a genocide.
On this dual centenary, perhaps it is time some questions were asked about why one lives on without interference, while the other is forgotten. What happened to the responsibility to remember tragedies of this scale? And how has Turkey used ANZAC commemorations to buy the silence of this country?
“NO COINCIDENCE”
That the Gallipoli landings and the Armenian Genocide began within a day of each other is no fluke. The decapitation of the cultural and academic heads of Armenian society on April 24was a deliberate and calculated ploy. The invasion of the combined British, French, and ANZAC forces loomed, and under the cover of the brutal battles that took place along the Dardanelles, the Turks could carry out their plan to extinguish restive minorities.
The Turkish historian Taner Akçam has detailed the long history of animosity between the Ottomans and their Christian charges and the slow process which led to the near-extinction of the latter. Yet Akçam also notes that the decision to get rid of the Armenians, Assyrians, and Hellenes was a direct result of the attacks on Gallipoli.
“It seems to me no coincidence,” he wrote in Empire to Republic, “that the decision behind the Armenian Genocide was made during the fierce battles of the Gallipoli campaign, when the Ottoman Empire's very existence seemed to balance between life and death. The hopeless situation into which Ottomans had fallen produced a willingness to rely on extraordinary acts of cruelty.”
That cruelty was widely documented at the time by diplomats, relief workers, and the international media. In New Zealand, The Press in Christchurch carried a report from its London correspondent dated 13 November 1915 which reads like a charge sheet for a war crimes trial:
“It is accepted beyond doubt that crimes recently committed were engineered from [Istanbul]…Unlike previous historic massacres, the present atrocities are not confined to a definite area…men shot down in cold blood, crucified, mutilated, or dragged off for labour battalions, of children carried off and forcibly converted to Islam, of women violated and enslaved in the interior, shot down, or sent off with their children to the desert…Many of these unfortunates did not reach their destination, because the escort so overdrove the victims that many fell out, and, as flogging and kicking were unavailing, they were left to perish by the roadside, their corpses distinctly defining the route followed.”
New Zealand newspapers published dozens of other stories like this between 1915 and 1918. There are other sources which can be turned to. Personal accounts of Australian and New Zealand soldiers detail the massacres in real time. ANZAC troops witnessed it firsthand.
HOUSE OF REFUGE
Take the case of Captain Thomas Walter White, an Australian pilot held prisoner by the Turks in the town of Afyonkarahisar (Afyon for short). The Armenian church in the town, vacated of its congregants, became a prisoner of war camp for soldiers captured at Gallipoli (400 kilometres away). The Armenians had been “turned into the street from their last possible sanctuary” to make room.
There, White noted meeting a number of New Zealanders in the lengthy diary he kept. According to available records, at least 16 members of the New Zealand Expeditionary Force were held in Afyon between mid-1915 and late-1918.
White’s diary mostly details everyday life: cricket games (“married & engaged vs. single”), small-time theatre productions (“A Greek play this evening, which was rather a change from previous proceedings”), and a debate on whether to allow Indians into “White Australia”.
Alongside these quotidian anecdotes, there are glimpses of a larger war still raging.
White meets a British officer who recounts what was already becoming a regular scene: “During the month of April the massacres began, the order for which were evidently given by their government…Cartloads of dead done to death in a variety of cruel fashions were daily brought past the hotel where the [prisoners] were quartered on their way to the burial ground, while many that died or were deposited on the road outside till the air became so pestilential they were forced to write to the Governor of the town who professed ignorance…”
There are also individual acts of cruelty: “An Armenian tailor seated on his doorstep with his back broken having had his head forced down till his spine was broke.”
The British officer also relays the horror of the death marches: “Numbers of women and children who had been driven in from far distant towns. They were brutally kicked and treated by their…Some of the women through walking great distances with out boots had to crawl along on hands and knees owing to having such badly lacerated feet.”
Later, Captain White tells his own story. A fire breaks out late one night. Under the cover of flame “some more Armenians were being despatched”. White says they “must amount to some hundreds of thousands, for in almost every town in their empire have they been massacred…Their massacre outshone any horrors elsewhere.”
This is but a sample of what those prisoners of war witnessed. There can be little doubt that Kiwis would have heard the same stories as White, would have heard the same shots ring out. They too would have seen the genocide in progress.
THE REARGUARD
In 1918, when the first Gallipoli memorial services were taking place, General Dunsterville and his Imperial force was dispatched to seize the oilfields of Baku (now the capital of Azerbaijan). They failed miserably in their mission. As a section of the Dunsterforce (as it was known) withdrew towards British-held Mesopotamia (modern-day Iraq), they encountered tens of thousands of Armenian and Assyrian refugees – some of them evacuated from the warzone, others forced out by the Turks. One historical account claims the caravan of stragglers stretched 24 kilometres through the mountains of north-west Iran.
Having nothing left to fight for, the Dunsterforce troops decided to protect them.
The most exacting account of this impromptu mission is from the Australian Captain Stanley George Savige (later awarded the Distinguished Service Order for his efforts) in the unpublished book Stalky’s Forlorn Hope.
Savige details how the retreating Dunsterforce encountered the Assyrian and Armenian refugees: “thousands in the valley, and along the road they were still streaming in thousands more…Terror and despair was deeply written on their faces.”
“The unfortunate women folk,” he continues, “were so overcome at the sight of the first party of British that they wept aloud. Striking their breasts they would call down upon us the blessings of God and rush across and kiss our hands and boots in very joy at the sight of their first deliverance from the cruel raids of the Turks.”
“We could not save them all...with lumps in our throats we ignored the cries of the helpless in our endeavour to save as many as we could.”
With the Turks at their back, aided by Kurdish irregulars recruited into the bloodbath, Savige deployed a minute number of troops to the rear of the refugee column as they trekked through hostile country.
Among them were two New Zealanders: Captain Robert Kenneth Nicol of Wellington and Sergeant Alexander Nimmo from the Otago Battalion.
According to Nicol’s nephew they were attacked from the rear and sides. "[Nicol] sent Nimmo forward to collect the ammo, said, ‘Give me your rifle’ and gave covering fire. He stood up and was immediately killed. Two sergeants tried to get him. Both had their mounts shot out from under them, but crawled to safety.”
"It's poignant the last person he spoke with was Nimmo, his fellow New Zealander.”
His body was never recovered.
Elsewhere, Savige points out the bravery of his New Zealand comrades, including one Major Starnes who “stood about 5ft. 7in. and though thin, he was all sinew and muscle, and the square jaw set off a lean but determined face…As he himself always said, ‘I'm not much to look at, but I'm always there when the whips crack’.”
If any more evidence was needed of the Dunsterforce’s bravery, a Royal Army Film Unit accompanied them. Incredibly, their reels captured the streams of the destitute and dispossessed, British and ANZAC soldiers alongside providing what safety they could.
BUYING SILENCE
These explicit and powerful links between ANZAC troops and the Genocides of the Armenians, Assyrians, and Hellenes simply do not exist within this country’s official history of the conflict. The sons sent off to die for the British Empire are lionised and canonised while the families destroyed by the Ottoman Empire are forgotten.
How can this be? How can such a large part of history, intimately tied to the battles which gave birth to this nation, be missing altogether?
There is a very clear reason for this. Modern Turkey refuses to accept the witness testimony, the evidence given in trials, and the policy during the war. Every newspaper article, every scholarly work, and each archival document which supports the case for the use of the word ‘genocide’ is disputed. They deny it ever took place.
The debate (if it can be called that) still revolves around the use of that word. Turkey’s current President Recep Tayyip Erdogan has only admitted there “might have been tragedies in the time of war”, largely aligning with the official Turkish view that the deaths of the Armenian, Assyrian, and Hellenic populations were down to a deadly combo of “civil war” and rampant disease.
Yet so far over 20 countries have officially recognised the Genocide including Canada and Germany. Despite the legion of French dead at Gallipoli, the French President Francois Hollande will be in Armenia for commemorations there.
Any hint of reluctant regret on Erdogan’s part hardly looks sincere when each time the question of Genocide recognition is raised, the Turks move to shut it down. According to the Washington Post, “Erdogan has said he would ‘actively’ challenge a campaign to recognise the events as a genocide.”
In March this year, after the European Parliament called for recognition, the Turkish Foreign Ministry decried the move as “devoid of historical reality and legal basis” which made “demands that defy logic and law.”
Just this week Pope Francis I openly called the killings “genocide”. The Turks immediately hauled in the Vatican’s man in Ankara for a dousing before recalling their own ambassador from Rome.
This style hits much closer to home. When the Australian state parliament of New South Wales passed a unanimous resolution recognising the Genocide in 2013,Gulseren Celik, the Turkish Consul General in Sydney, issued a warning: "Those individuals who show no respect to our history will not be welcome in Turkey…We expect Australians to show the same kind of respect that we have shown to their history and their ancestry.” [Italics added]
The New Zealand government is on the record staying well clear of any controversy. According to Foreign Minister Murray McCully "New Zealand considers that the resolution of historic issues between Armenia and Turkey including appropriate terminology is best left to the parties directly concerned to work through."
In this language, and in this tone of voice, the silence of both the Australian and New Zealand governments is bought. The Genocide is taboo. No discussion. Don’t even mention it. If the topic is raised, the Turks threaten to bar pilgrimage of ANZAC families. What national leader wants to be responsible for that shame?
Even this year’s centenary commemorations are overshadowed by the politics of remembrance. According to the Guardian, “Turkey has infuriated Armenians by choosing to mark the centenary of the wartime Gallipoli landings on exactly the same date [April 24], a move deliberately designed to overshadow remembrance of the genocide.”
“Gallipoli has never before been commemorated on that day.”
Wedged between two conflicting moral narratives and veiled hostility from Turkey, one can understand why Wellington and Canberra choose to pirouette around the idea of recognition. They are pushed into a needless choice between honouring the dead of the Dardanelles and the dead of Diyarbakir.
As the Australian genocide scholar Panayiotis Diamadis notes, “Victims of genocide die twice: first in the killing fields and then in the texts of denialists who insist that ‘nothing happened’ or that what happened was something ‘different’.”
If this is the case, every year Australian and New Zealand leaders visit Gallipoli without recognising the Genocide deals the double-blow once more. It gives legitimacy to the Turks when they deny a genocide ever took place, and ignores the historical responsibility of all citizens to acknowledge the wrongs done.
Some answers must be given. Firstly, to New Zealand’s small but passionate Armenian community – the defining moment of their ancestry goes unacknowledged by their adopted leaders. Secondly, to the sons and daughters of ANZAC troops who either witnessed the Genocide or aided in the protection of its refugees. Where is the recognition of their struggle, their bravery?
There ought to be space enough in this world for both tragedies to be remembered in the same tone of voice, reverent and reverberating, if only in the hope that crimes of the past are never repeated.
newstalkzb.co.nz
Wednesday, April 15, 2015
Όταν αδιαφορείς πραγματικά δεν δηλώνεις ότι αδιαφορείς
Ν. Λυγερός
Όταν ο Πρόεδρος της Τουρκίας δηλώνει ότι αδιαφορεί για τις αποφάσεις που θα πάρει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την γενοκτονία των Αρμενίων λόγω της επετείου των 100 ετών, στην ουσία εκπέμπει ένα άλλο μήνυμα. Διότι πολύ απλά, όταν αδιαφορείς πραγματικά, δεν δηλώνεις ότι αδιαφορείς. Ξέρουμε ότι ενοχλήθηκε από τις ξεκάθαρες δηλώσεις του Πάπα που δεν άφησε καμία αμφιβολία περί του θέματος της ονομασίας, αφού χρησιμοποίησε τη λέξη Γενοκτονία και καμία άλλη έκφραση ακόμα και έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας που δεν χαρακτηρίζει αποκλειστικά την έννοια της Γενοκτονίας. Στην πράξη, η δήλωση του Προέδρου της Τουρκίας δείχνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία είναι υποψήφια για ένταξη η χώρα του, τον ενοχλεί όλο και περισσότερο με τις αποφάσεις της και ειδικά με αυτές που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Γιατί αυτές οι αποφάσεις με την πάροδο του Χρόνου μετατρέπονται σε ευρωπαϊκό κεκτημένο, για το οποίο ξέρουμε την άποψη της Τουρκίας. Η Γενοκτονία των Αρμενίων δεν είναι μόνο μια συμβολική επέτειος, αλλά μια πραγματικότητα που συνεχίζει να πληγώνει την Ανθρωπότητα, αφού η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει το έγκλημά της. Οι αποφάσεις που θα παρθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι συμβατές με τις πρόσφατες αποφάσεις της Ελλάδας περί ποινικοποίησης της άρνησης των αναγνωρισμένων Γενοκτονιών.
Sunday, April 12, 2015
Πάπας: Η 1η γενοκτονία του 20ου αιώνα η σφαγή των Αρμενίων
Ως την πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα, χαρακτήρισε την σφαγή των Αρμενίων από τους Οθωμανούς ο Πάπας Φραγκίσκος.
«Τον περασμένο αιώνα, η ανθρώπινή μας οικογένεια βίωσε τρεις μαζικές και πρωτόγνωρες τραγωδίες. Η πρώτη, που ευρέως θεωρείται ως «η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα» έπληξε τον λαό μας των Αρμενίων» δήλωσε ο ποντίφικας επικαλούμενος ένα έγγραφο που υπογράφθηκε το 2001 από τον πάπα Ιωάννη Παύλο τον B΄ και τον πατριάρχη των Αρμενίων.
«Οι άλλες δύο είναι εκείνες που διέπραξαν ο ναζισμός και ο σταλινισμός. Και πιο πρόσφατα άλλες μαζικές εκτελέσεις όπως εκείνες στην Καμπότζη, τη Ρουάντα, το Μπουρούντι, τη Βοσνία» προσέθεσε ο ίδιος.
Ο Φραγκίσκος προέβη στις δηλώσεις αυτές λίγο πριν από την έναρξη μιας λειτουργίας στη μνήμη των Αρμενίων που σφαγιάστηκαν το διάστημα μεταξύ 1915 και 1917, στην οποία συνλειτούργησε μαζί με τον πατριάρχη της αρμενικής καθολικής εκκλησίας Νερσές Μπεντρός XIX, παρουσία του προέδρου της χώρας, Σερζ Σαργκσιάν.
Ακόμα κι αν ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο B΄ είχε χρησιμοποιήσει τον όρο το 2000 στο κοινό έγγραφο και ο ίδιος ο Χόρχε Μπεργκόλιο τον είχε χρησιμοποιήσει αρκετές φορές προτού εκλεγεί πάπας πριν από δύο χρόνια, είναι η πρώτη φορά που ένας ποντίφικας χρησιμοποιεί δημοσίως τον όρο «γενοκτονία».
Ο χαρακτηρισμός αυτός από τον Πάπα, αποτελεί αλλαγή της αρχικής του στάσης, όπου σύμφωνα με τουρκικά δημοσιεύματα στα τέλη του Μάρτη, το αίτημα που διαβιβάστηκε στον Πάπα Φραγκίσκο, από τον εκπρόσωπο της αρμενικής κυβέρνησης να κάνει δημόσια δήλωση αναγνώρισης της αρμενικής γενοκτονίας, απορρίφτηκε από το Βατικανό προκαλώντας τα πολύ ευμενή σχόλια της τουρκικής πλευράς.
Πηγή: sigmalive.com
Saturday, April 11, 2015
Αγώνας Αναγνώρισης Τριάδας Γενοκτονιών από την Ολλανδία
Ν. Λυγερός
Η Ολλανδία έρχεται το 2015 στην ομάδα κρατών που προσπαθεί ν΄αναγνωρίσει την Τριάδα Γενοκτονιών, δηλαδή τη Γενοκτονία των Αρμενίων, τη Γενοκτονία των Ασσυρίων και τη Γενοκτονία των Ελλήνων. Έτσι η Ολλανδία ενισχύει την έννοια της Τριάδας Γενοκτονιών που προκαλεί μία αλλαγή φάσης σε αυτή τη διαδικασία διόρθωσης. Ταυτόχρονα η Ολλανδία είναι ένα καλό παράδειγμα της αντίστασης που υπάρχει από την προπαγάνδα του κράτους που συνεχίζει να μην αναγνωρίζει τη Γενοκτονία που έχει διαπράξει η ακολουθία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των Νεότουρκων και του Κεμάλ. Διότι ακόμα και τώρα προσπαθούν να ακυρώσουν όλες τις προσπάθειες της αναγνώρισης. Βέβαια βασίζονται πάνω στους αδιάφορους και σε όσους νομίζουν ότι κάνουν κάτι, επειδή απλώς είναι σε συλλόγους. Διότι αν δεν είσαι ικανός να λειτουργήσεις αποτελεσματικά, στην ουσία συνεργάζεσαι παθητικά με τον θύτη, αφού ενοχλείς με τη δράση σου τους Δίκαιους που έχουν ως μοναδικό στόχο να παράγουν έργο, για να βοηθήσουν τους αθώους. Οι συνεχιστές της Γενοκτονίας βασίζονται πάνω σε αυτά τα άτομα, για ν΄αναδείξουν το γεγονός ότι δεν έχει γίνει καμία Γενοκτονία. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει ν’ απαλλαγούμε από αυτά για να περάσουμε στην επόμενη φάση. Η Ολλανδία αποδεικνύει χειροπιαστά ότι κάθε ψήφος έχει σημασία και δεν μπορούν να υπάρχουν χωρίς μαχητές, αφού μόνο αυτοί έχουν τα κότσια να πάνε έως το τέλος, χωρίς να γονατίσουν μπροστά στις πιέσεις λόγω ανικανότητας και έλλειψης επαγγελματισμού.
Kirchen bitten Österreich, Völkermord an den Armeniern anzuerkennen
Mit dem Ersuchen, dass die Republik Österreich den Völkermord am armenischen Volk anerkennen und „damit dem Beispiel vieler anderer Staaten folgen möge“, hat sich der Vorstand des Ökumenischen Rates der Kirchen in Österreich (ÖRKÖ) in gleichlaufenden Briefen an Bundespräsident Heinz Fischer, Nationalratspräsidentin Doris Bures, Bundeskanzler Werner Faymann, Vizekanzler Reinhold Mitterlehner und Außenminister Sebastian Kurz gewandt. Die Briefe wurden vom Vorsitzenden des ÖRKÖ, dem evangelisch-methodistischen Superintendenten Lothar Pöll, und seinen beiden Stellvertretern, dem katholischen Diözesanbischof von Innsbruck, Manfred Scheuer, und dem evangelisch-lutherischen Bischof Michael Bünker, unterzeichnet. Anlass ist das am 24. April bevorstehende 100-Jahr-Gedenken des Beginns des Völkermords an den Armeniern „und anderen christlichen Gruppen“ im Osmanischen Reich.
Die Anerkennung dieses ersten Völkermords zu Beginn des 20. Jahrhunderts sei von österreichischer Seite „längst überfällig“, betont der ÖRKÖ-Vorstand und erinnert daran, dass der Österreicher Franz Werfel dieser Tragödie mit seinem Roman „Die 40 Tage des Musa Dagh“ ein bleibendes Denkmal gesetzt habe. Zudem verweist der ÖRKÖ-Vorstand auf die Stellungnahme der Vollversammlung des Weltkirchenrats von 1983: „Das Schweigen der Weltöffentlichkeit und bewusste Bemühungen, selbst historisch erwiesene Tatsachen abzuleugnen, stellen für das armenische Volk, die armenischen Kirchen und viele andere eine ständige Quelle des Schmerzes und der Verzweiflung dar“.
Eine offizielle Anerkennung des Völkermords, wie sie von vielen Staaten und Institutionen auf europäischer wie weltweiter Ebene bereits erfolgt ist, könnte ein Zeichen der Wiedergutmachung und Versöhnung bedeuten, so der ÖRKO-Vorstand: „Dies gilt umso mehr, als es in der Türkei von heute auf zivilgesellschaftlicher Basis deutliche Anzeichen der Bereitschaft gibt, das schreiende Unrecht der Ereignisse nach dem 24. April 1915 anzuerkennen und zu bedauern“.
Die Kirchen in Österreich werden am bevorstehenden 24. April gemeinsam mit Kardinal Christoph Schönborn im Wiener Stephansdom bei einem ökumenischen Gottesdienst der Opfer des armenischen Völkermords, der Opfer der Christen der syrischen Tradition und der Opfer der griechischen Christen des Pontus und Ioniens gedenken, kündigt der ÖRKÖ-Vorstand in dem Brief an die führenden Repräsentanten der Republik an. Abschließend heißt es in dem Schreiben: „Wir verbinden dieses Gedenken mit dem innigen Wunsch, dass sich solche Vorgänge nie mehr – wo auch immer – ereignen mögen“. (ende)
http://www.oekumene.at/site/home/article/1282.html
Saturday, April 4, 2015
Η ανθρώπινη ψήφιση της Κύπρου
Ν. Λυγερός
Η Κύπρος, όσο μικρή κι αν είναι, αποφάσισε ν’ απαγορεύσει τη βαρβαρότητα, γιατί ανήκει στην Ανθρωπότητα. Η ανθρώπινη ψήφιση της Κύπρου για την ποινικοποίηση της άρνησης των αναγνωρισμένων γενοκτονιών αποτελεί μια αλλαγή φάσης για το πνεύμα του νησιού, αφού πλέον δεν είναι πια ουδέτερο ανάμεσα στο θύτη και στο θύμα. Επιπλέον αυτή η απόφαση, που συμπίπτει με την εκατονταετία της γενοκτονίας των Αρμενίων, αποκτά ένα συμβολισμό ακόμα πιο μεγάλο. Διότι, καθώς η Κύπρος έχει αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων από το 1982, η νέα απόφαση την αφορά άμεσα. Το ίδιο ισχύει και για τη γενοκτονία των Ποντίων. Διότι η ποινικοποίηση της άρνησης είναι μια πράξη της ανθρώπινης δικαιοσύνης κι όχι μόνο ένα θεσμικό και τεχνητό πλαίσιο. Έτσι η Κύπρος συμπληρώνει αποτελεσματικά τη διαδικασία της αναγνώρισης των γενοκτονιών. Για τον απλό λόγο ότι η ποινικοποίηση ακολουθεί την αναγνώριση στη διαδικασία της διόρθωσης. Έτσι βλέπουμε ότι το όραμα του Lemkin, όταν επινόησε τη λέξη γενοκτονία, είχε νόημα και άντεξε όλες αυτές τις δεκαετίες και ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες και τις παγίδες των συνεχιστών της γενοκτονίας. Γι’ αυτό το λόγο η Κύπρος, που έχει Κατεχόμενα, πρόσφυγες, εγκλωβισμένους και αγνοούμενους, τόλμησε να πει τη λέξη της δικαιοσύνης, γιατί δεν ξεχνά τους άλλους λαούς που έχουν υποφέρει ακόμα περισσότερο, γιατί δεν έχουν υποστεί ένα έγκλημα πολέμου, αλλά ένα έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας.
http://www.lygeros.org/articles.php?n=19145&l=gr
Friday, April 3, 2015
Κύπρος: Ποινικοποίηση της άρνησης της αρμενικής γενοκτονίας
Την ποινικοποίηση της άρνησης της αρμενικής γενοκτονίας ψήφισε η Ολομέλεια της Βουλής Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, εν όψει και της 24ης Απριλίου που έχει καθιερωθεί ομόφωνα από τη Βουλή ως Εθνική Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Αρμενικού Εθνους. Σε δήλωση ενώπιον της Ολομέλειας, ο πρόεδρος της Βουλής, Γιαννάκης Ομήρου είπε ότι με την ψήφιση της πρότασης νόμου, η Βουλή θα έχει τη δυνατότητα να παρέχει την ίδια νομοθετική αντιμετώπιση στην υποκίνηση βίας, όπως αυτή περιγράφεται στον νόμο, εναντίον κάθε ομάδας που έχει θυματοποιηθεί από τέτοια εγκλήματα, έστω και αν αυτά δεν έχουν ακόμα γίνει αντικείμενο απόφασης διεθνούς ποινικού δικαστηρίου. Ο κ. Ομήρου έκανε λόγο για ιστορική ημέρα για τη Βουλή των Αντιπροσώπων και σημείωσε ότι η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση «δίδει τη δυνατότητα στη Βουλή να αποκαθιστά με ομόφωνες αποφάσεις ή ψηφίσματά της την ιστορική αλήθεια».
www.kathimerini.gr
Thursday, April 2, 2015
Δήλωση του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων στη συνεδρία της Ολομέλειας του Σώματος - Πέμπτη, 2/4/2015
Δήλωση του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων στη συνεδρία της Ολομέλειας του Σώματος - Πέμπτη, 2/4/2015
Δήλωση του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου στη συνεδρία της Ολομέλειας του Σώματος - Πέμπτη, 2 Απριλίου 2015
Σήμερα είναι μία ιστορική μέρα για τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Το πρώτο θέμα στη νομοθετική εργασία σήμερα αφορά μία νομοθετική ρύθμιση η οποία δίδει τη δυνατότητα στη Βουλή να αποκαθιστά με ομόφωνες αποφάσεις ή ψηφίσματά της την ιστορική αλήθεια.
Το πρώτο θέμα στη νομοθετική εργασία σήμερα αφορά μία νομοθετική ρύθμιση η οποία δίδει τη δυνατότητα στη Βουλή να αποκαθιστά με ομόφωνες αποφάσεις ή ψηφίσματά της την ιστορική αλήθεια.
Ειδικότερα, όπως γνωρίζετε, στη χώρα μας ισχύει από το 2011 νομοθεσία που εισήχθη για σκοπούς εναρμόνισης με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, η οποία ποινικοποιεί ορισμένες συμπεριφορές ρατσισμού και ξενοφοβίας συμπεριλαμβανομένων πράξεων επιδοκιμασίας ή άρνησης ή κατάφωρης υποβάθμισης εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εγκλημάτων πολέμου, όταν τέτοιες πράξεις στρέφονται κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων λόγω των πιο πάνω διακρίσεων και εφόσον εκδηλώνονται κατά τρόπο απειλητικό και υβριστικό που είναι πιθανό να υποκινήσει βία ή μίσος κατά μίας τέτοιας ομάδας ή μέλους της.
Ωστόσο, η νομοθεσία αυτή περιορίζει την ποινικοποίηση τέτοιων πράξεων, θέτοντας την προϋπόθεση ότι η άρνηση ή η κατάφωρη υποβάθμιση των προαναφερόμενων εγκλημάτων αποτελεί ποινικό αδίκημα μόνο σε περίπτωση που τα εγκλήματα αυτά έχουν αναγνωριστεί με αμετάκλητη απόφαση διεθνούς δικαστηρίου.
Στις 24 Απριλίου συμπληρώνεται ένας αιώνας αφότου οι οθωμανικές αρχές συνέλαβαν και δολοφόνησαν διακόσια πενήντα ηγετικά στελέχη της αρμενικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης. Αυτή η πράξη αποτέλεσε την έναρξη ενός από τα μεγαλύτερα και πιο αποτρόπαια εγκλήματα στη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας, τη σφαγή ενάμιση εκατομμυρίων Αρμενίων από τους Νεοτούρκους. Παρά την καταγραφή των γεγονότων αυτών από εκατοντάδες ανεξάρτητους μάρτυρες, η γενοκτονία των Αρμενίων δεν έχει αναγνωριστεί παρά μόνο από μικρό αριθμό κρατών.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει καθιερώσει ομόφωνα την 24η Απριλίου ως Εθνική Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Αρμενικού Έθνους και ενέκρινε το 1975, το 1982 και το 1990 σχετικά ψηφίσματα με τα οποία αναγνωρίζει και καταδικάζει το στυγνό αυτό έγκλημα. Συναφώς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρόσφατο ψήφισμά του και ενόψει της 100ής επετείου της γενοκτονίας των Αρμενίων, καλεί όλα τα κράτη μέλη να την αναγνωρίσουν, ενθαρρύνει δε όλα τα κράτη μέλη και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να συμβάλουν περαιτέρω στην αναγνώρισή της.
Δυστυχώς αυτή δεν είναι η μοναδική περίπτωση που διεθνή δικαστήρια ή διεθνείς οργανισμοί δεν έχουν αναγνωρίσει τέτοιου είδους εγκλήματα, παρόλο που αυτά έχουν τεκμηριωθεί και αποδειχτεί ιστορικά. Αυτή η έλλειψη αναγνώρισης σε διεθνές και εθνικό επίπεδο έχει ως αποτέλεσμα τη διαφορετική νομοθετική αντιμετώπιση φαινομένων βίας και ρατσισμού κατά των προσώπων που ανήκουν σε σύνολα τα οποία έχουν θυματοποιηθεί.
Για το λόγο αυτό η Βουλή των Αντιπροσώπων, ως το νομοθετικό όργανο της Δημοκρατίας, σεβόμενη το ρόλο της στο δημοκρατικό πολίτευμα και τη συνέχεια του έργου της, θα προχωρήσει σήμερα στη διόρθωση αυτής της στρέβλωσης, τουλάχιστον στο εθνικό μας δίκαιο. Με τηn ψήφιση της πρότασης νόμου που έχουμε ενώπιον μας, η Βουλή θα έχει τη δυνατότητα, με ομόφωνο ψήφισμα ή ομόφωνη απόφασή της, να παρέχει την ίδια νομοθετική αντιμετώπιση στην υποκίνηση βίας, όπως αυτή περιγράφεται στο νόμο, εναντίον κάθε ομάδας που έχει θυματοποιηθεί από τέτοιου είδους εγκλήματα, έστω και αν αυτά δεν έχουν ακόμα γίνει αντικείμενο απόφασης διεθνούς ποινικού δικαστηρίου.
PROPOSITION DE LOI relative à la reconnaissance du génocide assyrien de 1915
N° 2642
_____
ASSEMBLÉE NATIONALE
CONSTITUTION DU 4 OCTOBRE 1958
QUATORZIÈME LÉGISLATURE
Enregistré à la Présidence de l’Assemblée nationale le 11 mars 2015.
PROPOSITION DE LOI
relative à la reconnaissance du génocide assyrien de 1915,
(Renvoyée à la commission des lois constitutionnelles, de la législation et de l’administration générale
de la République, à défaut de constitution d’une commission spéciale dans les délais prévus
par les articles 30 et 31 du Règlement.)
présentée par Mesdames et Messieurs
Mme Valérie BOYER, Damien ABAD, Dominique DORD, Alain SUGUENOT, Josette PONS, Élie ABOUD, Guy TEISSIER, Sylvain BERRIOS, Marc-Philippe DAUBRESSE, Jean-Charles TAUGOURDEAU, Jean-Claude GUIBAL, Jean-Claude BOUCHET, Lionnel LUCA, Jean-Michel COUVE, Marcel BONNOT,
députés.
EXPOSÉ DES MOTIFS
MESDAMES, MESSIEURS,
« Nous avons tous été des juifs allemands, nous avons tous été des Charlie, et bien je crois que nous devons tous être des Chrétiens d’Orient. »
Cette phrase prononcée par Jean d’Ormesson, nous rappelle qu’à l’aube de la commémoration du centenaire du génocide arménien, les persécutions des Chrétiens d’Orient se poursuivent en Syrie comme en Irak et s’amplifient de façon alarmante.
Dès l’été 2014, les Chrétiens, présents depuis 2 000 ans en Irak et en Syrie, se sont vus apposer une lettre les désignant comme nazaréen qui marque d’un sceau ces populations comme d’autres mettaient l’étoile jaune. Puis, ils ont reçu un ultimatum par les djihadistes de l’État islamique :
– se convertir à l’Islam ;
– s’acquitter d’un impôt spécial pour les non-musulmans ;
– fuir et tout abandonner ;
– ou bien rester et être exécuté « par le glaive ».
Depuis, la quasi-totalité des chrétiens ont fui pour échapper aux persécutions.
Pour ceux qui sont encore présents, ils sont victimes des pires atrocités : autodafés, saccage des églises, des musées, des monuments, de crucifixions, des tortures, des femmes réduites à l’état d’esclaves sexuelles ou encore des exécutions. Ces atrocités nous rappellent l’horreur du génocide arménien. Les pires exactions sont commises.
Aujourd’hui, les chrétiens d’Orient sont en danger de mort et nous sommes les témoins de ce massacre annoncé. Selon l’Évangile de Saint-Luc, « s’ils se taisent, les pierres crieront » mais il sera trop tard, et demain qui parlera l’Araméen ? Qui parlera la langue du Christ ?
Cent ans après 1915, l’histoire bégaie, c’est dramatique !
Pourquoi la France doit-elle reconnaître ce génocide ?
Nous avons un rôle de protection envers les Chrétiens d’Orient, qui est l’héritage d’une longue histoire remontant aux capitulations signées par François 1er avec le sultan Soliman le Magnifique en 1535.
La mémoire et l’histoire contribuent à l’identité des peuples. L’oubli et la négation portent atteinte au respect de la dignité humaine.
Ban Ki Moon, secrétaire général de l’ONU affirmait le 20 juillet dernier que les actions intentées contre les chrétiens pouvaient être considérées comme un crime contre l’humanité.
Mais il s’agit d’un véritable génocide, comme je l’avais dénoncé à l’occasion des questions au Gouvernement le 23 juillet 2014. Ce génocide est aussi celui de la matrice de notre civilisation et nous oblige à agir au nom de l’Histoire et des engagements de la France.
Ne laissons pas la France faillir à son devoir historique et moral de protection des minorités chrétiennes d’Orient pour ne pas faire rougir l’Histoire !
Quel avenir pour ces peuples martyrs et oubliés ? Le génocide des Assyro Chaldéens et Syriaques a été ignoré, il continue à l’être et aujourd’hui les Chrétiens d’Orient sont victimes d’un nouveau génocide. Sur le plan historique, rappelons que malheureusement, ces massacres à l’encontre des Chrétiens d’Orient ne sont pas les premiers de notre Histoire.
Si le génocide assyrien a eu lieu durant la même période et dans le même contexte que le génocide arménien et des Grecs Pontiques, il n’est aujourd’hui toujours pas reconnu par la France, alors même qu’elle était liée par les accords Sykes Picot de 1916 et son rôle de protecteur.
Le génocide assyrien se réfère au meurtre en masse de la population « assyrienne » de l’Empire ottoman lors de la Première Guerre mondiale. La population assyrienne du nord de la Mésopotamie (régions du sud est de l’actuelle Turquie et la région du nord-ouest de l’Iran) a alors été déplacée de force et massacrée par les forces ottomanes (turques) et les forces kurdes.
Les estimations sur le nombre total de morts varient entre 500 000 et 750 000 morts, soit environ 70 % de la population assyrienne de l’époque.
La population assyrienne sous l’Empire ottoman s’élevait à environ un million de personnes au début du XXe siècle et était largement concentrée dans ce qui est maintenant le Nord-Ouest de l’Iran, l’Irak et la Turquie. Comme les autres chrétiens de l’empire, ils étaient traités comme des citoyens de deuxième classe et ne pouvaient accéder à certains postes. Beaucoup d’Assyriens ont été soumis au brigandage kurde, massacrés ou encore convertis de force à l’islam, comme ce fut le cas des communautés assyrienne et arménienne de Diyarbakir durant les massacres de 1895 et 1896.
À la suite du traité de Lausanne de 1923 tenu à Istanbul, les Arméniens, les Grecs et les Juifs survivants obtiennent le droit de pratiquer librement leur religion.
C’est dans ce cadre, qu’au travers des associations assyriennes de la diaspora, l’Union Européenne a tenté d’exercer une pression sur le gouvernement turc pour ainsi faire reconnaître ce peuple.
En 2007, l’Association internationale des spécialistes des génocides (International Association of Genocide Scholars) est parvenue à un consensus selon lequel « la campagne ottomane contre les minorités chrétiennes de l’Empire entre 1914 et 1923 constituait un génocide contre les Arméniens, les Assyriens et les Grecs pontiques d’Anatolie. » et adopte avec une écrasante majorité (83 % des voix) une résolution reconnaissant officiellement le génocide assyrien.
Contrairement au génocide arménien, reconnu par de nombreux pays, organisations internationales et considéré comme l’un des quatre génocides officiellement acceptés par l’ONU, le massacre des Assyriens souffre du manque de reconnaissance en tant que génocide.
Ce manque de reconnaissance est sans doute dû au fait que la nation assyrienne est souvent méconnue. En effet, ayant été réduit de plus de 70 % en 1915, ce peuple a souffert tant au niveau politique que social, économique, identitaire et démographique. Cependant depuis l’émigration en masse des Assyriens en Europe, aux États Unis et en Océanie au cours des années 1970 à 1990, causée par les persécutions qu’ils ont continué à subir dans leur terre natale (Turquie, Irak, Syrie, Iran et Liban), une lutte croissante s’organise pour la reconnaissance. Ce qui explique la raison pour laquelle les reconnaissances sont assez récentes.
À l’heure actuelle, de nombreux États ont reconnu ce génocide, tels que la Suède, l’Australie ou l’État de New York.
Parce que nous sommes à la fois des protecteurs historiques des Chrétiens d’Orient, mais aussi le pays des Droits de l’Homme, ces « génocides » du XXe siècle, comme du XXIe siècle, ne doivent pas faire face à la passivité de la communauté internationale. La lutte contre la barbarie doit mobiliser l’ensemble des pays du Monde et nous devons reconnaître le génocide des Chrétiens d’Orient.
Les actes commis par les forces ottomanes il y a 100 ans, comme ils sont commis aujourd’hui par l’État islamique de Daesh, doivent être considérés comme un crime de génocide au sens de l’article 6 du Statut de Rome et comme des crimes contre l’humanité au sens de l’article 7 du même texte. Hélas, aujourd’hui, nous ne pouvons que déplorer la passivité de l’ONU pour la protection de ces minorités, victimes de tortures et de purification ethnique (exil de milliers de chrétiens, de Kurdes et de Yazidis). C’est pourquoi, il est impératif, que la plainte déposée à la Cour Pénale Internationale, par la Coordination des Chrétiens d’Orient en Danger, aboutisse.
Rappelons-nous cette phrase d’Elie Wiesel, qui disait : « En niant l’existence d’un génocide, en l’oubliant, on assassine les victimes une seconde fois ». Avec cette proposition de loi et la reconnaissance du génocide assyrien de 1915, le Parlement français, dans son ensemble, s’honorera de s’inscrire, comme d’autres Parlements nationaux, dans cette démarche profondément démocratique et permettra de ne pas oublier les Chrétiens d’Orient qui meurent chaque jour.
PROPOSITION DE LOI
Article 1er
La France reconnaît publiquement le génocide assyrien perpétré pendant la Première Guerre mondiale.
Article 2
La France commémore chaque année le 24 avril la mémoire des victimes du génocide assyrien de la Première Guerre mondiale.