Tuesday, May 14, 2013

    Les Chacals - Drame en trois actes - Acte III - Scène 4


    Les Chacals
    Drame en trois actes

    N. Lygeros


    Acte III
    Scène 4

    Dans une salle obscure du sous-sol, on discerne le corps de Roza gisant à terre. Elle a été abandonnée en toute hâte. On entend des cris et des gémissements dans l'obscurité, qui le son d'une lourde porte qui s'entrouvre sur la droite, Aris et Alékos qui se précipitent sur Roza, toujours inerte.
    Aris
    C’est Roza !
    Ils se penchent tous les deux sur elle et Alékos lui prend la tête dans ses bras.
    Alékos
    Mon amour, je suis là ! Il écoute si elle respire. Elle est vivante !
    Aris
    Mais inconsciente.
    Alékos, en la secouant tendrement
    Reviens à toi, Roza !
    Aris, en tenant les bras de Roza dans ses mains
    Ils l’ont torturée, Aléko. Regarde ! Ces salauds lui ont brûlé les bras à la cigarette et ils lui ont arraché les ongles.
    Alékos, en larmes
    Pourquoi ? Il la soulève et la serre contre sa poitrine. Tout est fini, mon âme ! Un temps. Ressaisis-toi !
    Roza, dans un soupir
    Je n'ai rien dit ! Je n'ai rien dit, Aléko !
    Alékos, en l'embrassant
    Je le sais, Roza. Calme-toi, tu n'es plus seule…
    Roza
    Aléko, je crois que je vais mourir…
    Alékos
    Non, Roza, tu n'as pas le droit ! Pas maintenant ! Silence. La mort ne viendra pas te chercher ce soir. Un temps. Je ne te laisserai plus jamais seule. Un temps. Je veux que nous vivions ensemble et que nous ayons des enfants !
    Roza
    Moi aussi, Aléko ! Je veux vivre auprès de toi et voir grandir nos enfants ! Un temps. J'ai mal, Aléko !
    Alékos
    Ce n'est rien, mon amour, je prendrai soin de toi et nous vivrons en paix.
    Au même instant, des gardes surgissent de toutes parts et s'abattent sur le trio pris par surprise. Aléko ne lâche pas Roza. Comme les gardes tentent de les séparer, ils se débattent violemment jusqu'à ce que l'un des gardes frappe Alékos sur la tête à l'aide d’une barre de fer. Il s'écroule sur Roza qui crie de toute son âme. Alors Aris, dans sa colère, s'empare de la barre de fer et frappe comme un forcené. Les gardiens tombent un à un. Les derniers, pris de panique, s'enfuient dans tous les sens. De nouveau seuls, Aris lève le corps de son ami et entoure Roza de son bras.
    Aris
    Nous rentrons chez nous.
    Obscurité. Pendant ce temps on entend Dimanche nuageux de Vassilis Tsitsanis.



    Τα Τσακάλια
    Ν. Λυγερός
    Μετάφραση από τα γαλλικά Βίκυ Τσατσαμπά

    Πράξη ΙΙI
    Σκηνή 4
      
    Σε ένα σκοτεινό δωμάτιο στο υπόγειο, διακρίνεται το σώμα της Ρόζας που κείτεται  στο έδαφος. Την είχαν εγκαταλείψει βιαστικά. Ακούγονται κραυγές και  βογκητά μέσα στο σκοτάδι, καθώς κι  ο ήχος μιας  βαριάς πόρτας που  ανοίγει προς τα δεξιά, ο Άρης και ο Αλέκος σπεύδουν προς την Ρόζα που  είναι ακόμα ακίνητη.
    Άρης
    Η  Ρόζα είναι!
    Και οι δύο γέρνουν προς αυτήν  και ο Αλέκος παίρνει το κεφάλι της στην αγκαλιά του.
    Αλέκος
    Αγάπη μου,  είμαι εδώ! Ακούει αν αναπνέει. Είναι ζωντανή!
    Άρης
    Αλλά αναίσθητη.
    Αλέκος, κουνώντας την τρυφερά
    Σύνελθε, Ρόζα!
    Άρης, κρατώντας τα χέρια της Ρόζας στα χέρια του
    Την βασάνισαν,  Αλέκο. Κοίτα! Τα καθάρματα έκαψαν τα χέρια της με  τσιγάρα και της έβγαλαν  τα νύχια.
    Αλέκος, με δάκρυα στα μάτια
    Γιατί; Την σηκώνει και την σφίγγει στο στήθος του. Όλα τελείωσαν, ψυχή μου! Χρόνος. Σύνελθε!
    Ρόζα, με ένα αναστεναγμό
    Δεν είπα τίποτα! Δεν είπα τίποτα, Αλέκο!
    Αλέκος, την φιλά
    Το ξέρω,  Ρόζα. Ηρέμησε, δεν είσαι μόνη πια ...
    Ρόζα
    Αλέκο, νομίζω ότι θα πεθάνω ...
    Αλέκος
    Όχι, Ρόζα, δεν έχεις το δικαίωμα! Όχι τώρα! Σιωπή. Ο θάνατος δεν θα έρθει να σε ψάξει απόψε. Χρόνος. Ποτέ δεν θα σε αφήσω μόνη. Χρόνος. Θέλω να ζήσουμε μαζί και να έχουμε παιδιά!
    Ρόζα
    Κι εγώ, Αλέκο! Θέλω να ζήσω μαζί σου και να δούμε τα παιδιά μας να μεγαλώνουν! Χρόνος. Πονάω, Αλέκο!
    Αλέκος
    Δεν είναι τίποτα, αγάπη μου, εγώ θα σε φροντίσω και να ζήσουμε ειρηνικά.

    Την ίδια στιγμή, οι φύλακες εμφανίζονται από όλες τις πλευρές και πέφτουν πάνω στους τρεις που καταλαμβάνονται από έκπληξη. Ο Αλέκος δεν αφήνει την Ρόζα. Καθώς οι φρουροί προσπαθούν να τους χωρίσουν, παλεύουν  βίαια μέχρι που ένας από τους φρουρούς  χτυπά τον Αλέκο στο κεφάλι με μια σιδερένια ράβδο. Αυτός καταρρέει πάνω στη Ρόζα που φωνάζει  με όλη της την ψυχή. Ο Άρης τότε μέσα στο θυμό, αρπάζει τη σιδερένια ράβδο  και χτυπά, όπως ένας τρελός. Οι φύλακες  πέφτουν ο ένας μετά τον  άλλο. Οι τελευταίοι, πανικόβλητοι, τρέπονται  σε φυγή προς όλες τις κατευθύνσεις. Μόνοι και πάλι, ο Άρης σηκώνει το σώμα του φίλου και αγκαλιάζει τη Ρόζα με τα χέρια του.
    Άρης
    Επιστρέφουμε στο σπίτι μας.
    Σκοτάδι. Κατά τη διάρκεια  ακούγεται η Συννεφιασμένη Κυριακή του Βασίλη Τσιτσάνη.