Inconscience collective
N. Lygeros
Nous marchons dans le sable
sans regarder nos traces
qui s’effacent dans le vent.
Nous n’emportons que nos désirs
et nous oublions nos passions.
A la recherche d’une oasis factice,
nous tombons dans le piège des mirages.
Et même si nous avons encore
le goût du sable dans la bouche,
notre langue ne recherche
que la fraîcheur de l’oubli.
Car nous voulons tous fuir
les souffrances du passé
pour vivre pleinement
un paradis artificiel.
Seulement le temps n’oublie rien
et son passage blanc sur nos têtes
nous rappelle la souffrance des victimes,
les tortures des survivants.
Alors dans un élan de désespoir
nous tentons de faire table rase
de la mémoire du futur
et nous commettons le génocide de l’histoire.
Au début, tout est si simple, si facile
que personne ne peut résister à la tentation.
Nous oublions les gestes du passé,
puis les souvenirs d’antan
et enfin notre propre identité
afin de devenir à notre tour
les barbares de la mémoire.
sans regarder nos traces
qui s’effacent dans le vent.
Nous n’emportons que nos désirs
et nous oublions nos passions.
A la recherche d’une oasis factice,
nous tombons dans le piège des mirages.
Et même si nous avons encore
le goût du sable dans la bouche,
notre langue ne recherche
que la fraîcheur de l’oubli.
Car nous voulons tous fuir
les souffrances du passé
pour vivre pleinement
un paradis artificiel.
Seulement le temps n’oublie rien
et son passage blanc sur nos têtes
nous rappelle la souffrance des victimes,
les tortures des survivants.
Alors dans un élan de désespoir
nous tentons de faire table rase
de la mémoire du futur
et nous commettons le génocide de l’histoire.
Au début, tout est si simple, si facile
que personne ne peut résister à la tentation.
Nous oublions les gestes du passé,
puis les souvenirs d’antan
et enfin notre propre identité
afin de devenir à notre tour
les barbares de la mémoire.
Спільна несвідомість
Н. Лігерос
Переклад Г. Маслюк
Ходимо по піску,
не оглядаючись на свої сліди,
затерті вітром.
Обтяжені тільки бажаннями,
забуваючи про свої пристрасті.
В пошуках уявного оазису
попадаємо в пастку хиби.
І навіть якщо все ще відчуваємо
присмак піску в роті,
наш язик не шукає іншого
окрім свіжості забуття.
Тому що намагаємось пройти осторонь
повз жах минулого,
щоб жити безхмарно
в удаваному раю.
Але час не забуває нічого,
і його білий перехід над нашими головами
нагадує про страждання жертв,
про муки тих, що вижили.
Тоді, в апогей безвихіддя,
намагаємося перетворити в tabularasa
пам’ять минулого,
і чинимо ґеноцид історії.
Спочатку все так просто, так легко,
що жоден не може встояти перед звабою.
Забуваємо рухи минулого,
потім згадку про вчорашнє,
в кінці, свою ідентичність,
і, в свою чергу, робимось
варварами пам’яті.
не оглядаючись на свої сліди,
затерті вітром.
Обтяжені тільки бажаннями,
забуваючи про свої пристрасті.
В пошуках уявного оазису
попадаємо в пастку хиби.
І навіть якщо все ще відчуваємо
присмак піску в роті,
наш язик не шукає іншого
окрім свіжості забуття.
Тому що намагаємось пройти осторонь
повз жах минулого,
щоб жити безхмарно
в удаваному раю.
Але час не забуває нічого,
і його білий перехід над нашими головами
нагадує про страждання жертв,
про муки тих, що вижили.
Тоді, в апогей безвихіддя,
намагаємося перетворити в tabularasa
пам’ять минулого,
і чинимо ґеноцид історії.
Спочатку все так просто, так легко,
що жоден не може встояти перед звабою.
Забуваємо рухи минулого,
потім згадку про вчорашнє,
в кінці, свою ідентичність,
і, в свою чергу, робимось
варварами пам’яті.
Συλλογική ασυνειδησία
Ν. Λυγερός
Βαδίζουμε στην άμμο
χωρίς να κοιτάζουμε τα ίχνη μας
που χάνονται μες στον άνεμο.
Κουβαλάμε μόνο τις επιθυμίες μας
και ξεχνάμε τα πάθη μας.
Αναζητώντας μια όαση επίπλαστη,
πέφτουμε στην παγίδα της πλάνης.
Κι έστω κι αν έχουμε ακόμα
τη γεύση της άμμου στο στόμα,
η γλώσσα μας δεν αποζητά
παρά τη φρεσκάδα της λήθης.
Διότι θέλουμε να προσπεράσουμε
όλη την οδύνη του παρελθόντος
για να ζήσουμε ξέγνοιαστα
σ’ έναν παράδεισο τεχνητό.
Μόνο που ο χρόνος δεν ξεχνά τίποτα
και το λευκό του πέρασμα πάνω απ’ τα κεφάλια μας
μάς θυμίζει τα δεινά των θυμάτων,
το μαρτύριο των επιζησάντων.
Τότε στο αποκορύφωμα της απελπισίας,
επιχειρούμε να κάνουμε tabula rasa
τη μνήμη του μέλλοντος
και διαπράττουμε τη γενοκτονία της ιστορίας.
Στην αρχή, όλα είναι τόσο απλά, τόσο εύκολα
που κανείς δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στον πειρασμό.
Ξεχνάμε τις χειρονομίες του παρελθόντος,
μετά τις αναμνήσεις του χθες
και στο τέλος την ίδιά μας την ταυτότητα
και γινόμαστε με τη σειρά μας
οι βάρβαροι της μνήμης.
χωρίς να κοιτάζουμε τα ίχνη μας
που χάνονται μες στον άνεμο.
Κουβαλάμε μόνο τις επιθυμίες μας
και ξεχνάμε τα πάθη μας.
Αναζητώντας μια όαση επίπλαστη,
πέφτουμε στην παγίδα της πλάνης.
Κι έστω κι αν έχουμε ακόμα
τη γεύση της άμμου στο στόμα,
η γλώσσα μας δεν αποζητά
παρά τη φρεσκάδα της λήθης.
Διότι θέλουμε να προσπεράσουμε
όλη την οδύνη του παρελθόντος
για να ζήσουμε ξέγνοιαστα
σ’ έναν παράδεισο τεχνητό.
Μόνο που ο χρόνος δεν ξεχνά τίποτα
και το λευκό του πέρασμα πάνω απ’ τα κεφάλια μας
μάς θυμίζει τα δεινά των θυμάτων,
το μαρτύριο των επιζησάντων.
Τότε στο αποκορύφωμα της απελπισίας,
επιχειρούμε να κάνουμε tabula rasa
τη μνήμη του μέλλοντος
και διαπράττουμε τη γενοκτονία της ιστορίας.
Στην αρχή, όλα είναι τόσο απλά, τόσο εύκολα
που κανείς δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στον πειρασμό.
Ξεχνάμε τις χειρονομίες του παρελθόντος,
μετά τις αναμνήσεις του χθες
και στο τέλος την ίδιά μας την ταυτότητα
και γινόμαστε με τη σειρά μας
οι βάρβαροι της μνήμης.
Inconciencia colectiva
N. Lygeros
Traducción al español de Eduardo Lucena González y Olga Raptopoulou
Caminamos en la arena
sin mirar nuestras huellas
que se pierden en el viento.
Cargamos sólo con nuestros deseos
y nos olvidamos de nuestras pasiones.
En busca de un oasis ficticio
caemos en la trampa de las ilusiones.
Y aunque tenemos todavía
el sabor de la arena en la boca,
nuestra lengua no reclama
sino la frescura del olvido.
Porque queremos superar
el sufrimiento del pasado
para vivir despreocupados
un paraíso artificial.
Sólo que el tiempo no olvida nada
y su blanco paso encima de nuestras cabezas
nos recuerda el sufrimiento de las víctimas,
la tortura de los sobrevivientes.
Así, en el colmo de la desesperación,
tratamos de hacer tabula rasa
con la memoria del futuro
y cometemos el genocidio de la historia.
Al principio todo es tan simple, tan fácil,
que nadie puede resistir la tentación.
Olvidamos las acciones del pasado,
después las reminiscencias del ayer
y al final nuestra propia identidad
y nos convertimos a nuestra vez
en los bárbaros de la memoria.